Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

kαποτε


Κάποτε μπορούσα, το φως να κρατώ στα χέρια μου, και με το πάνοπλο χαμόγελό μου τις φωτιές της ψυχής μου να σβύνω....
Κάποτε δοκίμαζα, την κομματιασμένη μου αβεβαιότητα και την ηχώ από τις αόρατες φωνές, σε κύκλους ωρίμανσης επέστρεφα...
Κάποτε κατόρθωνα, να λογομαχώ με τ'ουρανού τα αιτήματα, και στών μάταιων δρόμων τις αλήθειες, πρωτόπλαστα χαμόγελα σκόρπαγα...
Κάποτε που αστόχησε η Άνοιξη, τα χέρια διάπλατα άνοιξα και τον βιαστικό χειμώνα δέσμευσα κρατώντας αιχμηρό το καλοκαίρι μου, σαν μύρισε ευκάλυπτο το χώμα....
Τώρα.. Αστόχησε η άνοιξη, βιάστηκε το καλοκαίρι και ο χειμώνας εντός μου παραμένει οξύς..
Κάποτε νόμιζα, πως θ'αρκούσε απλά... να σβύνω, να επιστρέφω, να σκορπώ....
Νίκος Π. 4-7-08

Η ΚοκκινοΠράσινη πιπεριά

Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια πιπεριά, μικρή, κόκκινη, που ήθελε να γίνει πυροσβέστης. Το άκουγε η μάνα της και κοκκίνιζε από το κακό της.
- Μη λες Βλακείες Μιμή. Μηχανικός θα γίνεις. Όπως ο πατέρας σου.
- Δεν είναι πατέρας μου έλεγε η Μιμή. Αυτός είναι πράσινος.
- Μικρός όμως ήταν κόκκινος. Όταν μεγαλώσεις θα αλλάξεις κι εσύ χρώμα.
Τα χρόνια περνούσαν και η μικρή δεν άλλαζε χρώμα. Οι γονείς άρχισαν να ανησυχούν. Και με το δίκιο τους. Η μικρή πλέον ονειρευόταν ένα χωράφι με πολλές κόκκινες καυτερές πιπεριές, όπως εκείνο, το βορινό, το ποτιστικό.
«Καήκαμε» μονολογούσαν γονείς. «Μια βροχή θα μας σώσει» ψιθύριζαν συγγενείς και φίλοι. Και ήρθε η βροχή. Τι βροχή δηλαδή. Πλημμύρα, νεροποντή. Πνίγηκε το βορινό ποτιστικό χωραφάκι κι έγινε το θαύμα. Όταν σταμάτησε επιτέλους ο κατακλυσμός, ως εκ θαύματος η Μιμή άρχισε να αλλάζει χρώμα.
Στο τέλος έγινε πράσινη και ονειρευόταν πλέον χαρτοφυλάκια (τα μοίραζε κιόλας με τα λόγια σε άλλες πιπεριές). Στο τέλος τελείωσε το Πολυτεχνείο αλλά δεν έγινε μηχανικός. Έγινε πικάντικη πολιτικη σαλάτα.
http://parodos.wordpress.com/2009/09/29/piperia/

Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2009

ΚΑΘΡΕπΤΗς...


ΚΙ ΕΙΠΕ ΠΟΤΕ ΣΟΥ ΜΗΝ ΚΟΙΤΑΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΜΕΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ, ΓΙΑΤΙ ΚΑΘΡΕΠΤΗΣ ΓΙΝΕΣΑΙ ΚΙ ΟΛΟΙ ΣΕ ΣΠΑΝ' ΚΟΜΜΑΤΙΑ

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2009


"Ετσι συνηθως χανουμε τα πιο ωραια μας χρονια...απο ενα τιποτα...ενα αυριο που αργησε να 'ρθει η' ενα λυκοφως...που κρατησε πολυ"

Τασος Λειβαδιτης

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2009



Είπα στην ψυχή μου, γαλήνεψε, και περίμενε δίχως ελπίδα. Γιατί η ελπίδα θα ήταν ελπίδα για το στραβό πράγμα. Περίμενε δίχως αγάπη. Γιατί η αγάπη θα ήταν αγάπη για το στραβό πράγμα. Απομένει ακόμη η πίστη. Αλλά η πίστη και η αγάπη και η ελπίδα είναι όλα στην αναμονή. Περίμενε δίχως σκέψη γιατί δεν είσαι έτοιμη για σκέψη: Ώστε να γίνει φως το σκοτάδι και χορός η γαλήνη. Είναι ώρες που μοιάζει να μην υπάρχει παρελθόν ή μέλλον. Μόνο μια παρούσα στιγμή μυτερού φωτός. Όπου θέλεις να καείς. Όπου τεντώνεις τα χέρια σου στις φλόγες.

Tomas Eliot

Μετάφραση: Γ. Σεφέρης

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2009

ΡΙΤΣΟΣ....................


Σ' έχω δει στα πιο παράξενα και όμορφα μέρη όπου κρατούσα μικρόφωνο βρισκόσουν εκεί με ένα τσιγάρο ή μ' ένα ποτήρι στο χέρι κάπου στο βάθος μακριά από τη σκηνή σ' είδα χειμώνα σ' ένα χώρο ζεστό μικρό και καλοκαίρι σε φευγάτο νησί σ' είδα σε γήπεδο σε κάποιο μακρινό χωριό και στην Αθήνα σε μεγάλο μαγαζί. Σ' είδα κι αλλού με κόσμο πολύ στριμωγμένο και σε μέρος που ήμασταν εμείς κι εμείς σ' είδα να γελάς και άλλοτε θυμωμένο και γούσταρα λόγω τιμής σ' έχω ακούσει δυνατά να τραγουδάς και να φωνάζεις να τα κάνεις τριγύρω σου κομμάτια σ' έχω πιάσει για ώρα προσεκτικά να κοιτάζεις τα 'χουμε πει τόσες φορές με τα μάτια. Σ' είδα να μου χτυπάς την πλάτη και να φεύγεις να δακρύζεις και το κεφάλι να σκύβεις σ' έψαχνα κάπου στο φως, αλλά κι εσύ τ' αποφεύγεις στην αρχή μου φαινόταν πως κι εσύ κάτι κρύβεις με την πάρτη σου που λες είχαν πολλοί τρελαθεί σ' είχαν περάσει για χαμένο ή ασφαλίτη τώρα ξέρω το Low Bap όπου βρεθεί έχει ένα φύλακα άγγελο αλήτη. Ρε, δε με νοιάζει από που ήρθες σου λέω κι εμείς εδώ είμαστε περαστικοί στον ουρανό ν' ανέβω και να τα λέω πάω στοίχημα πως θα 'σαι και εκεί Ρε, δε με νοιάζει ποιος σ' έστειλε, τι θες ούτε αν είσαι από άλλο πλανήτη, εδώ χρωστάμε λύπες και χαρές σ' ένα φύλακα άγγελο αλήτη. Δε σ' έχω πιάσει πάνω απ' άλλους να θέλεις ν' ακουστείς, όμως μαντεύω πως καλά με τα λόγια θα τα πας δεν αγριεύεις χωρίς λόγο κι αν πιαστείς τότε κουλάρεις ξανά και στο τοίχο ακουμπάς υποψιάζομαι περίπου ποιο τραγούδι γουστάρεις και νιώθω πως ακούς πάντα τ "Ονειρολόγιο", ωραία, ακόμα ένας τρελός ταξιδιάρης που είν' η ζωή του ένα Low Bap δρομολόγιο. Υπάρχουν φίλοι που δεν έχουν δώσει δραχμή, ενώ εσύ πληρώνεις μάλλον εισιτήριο υπάρχουνε κι αυτοί που δεν είχανε τιμή, ποιο θα τους διάλεγες, για πες μου, εσύ μαρτύριο υπάρχουν κι άλλοι όχι και τόσο κουρασμένοι θυμίζουν μαθητές μέσα στην τάξη μπροστά που κάθονται οι καλά οι διαβασμένοι και πίσω αυτοί που είναι αλλού μα και οι εντάξει Μου 'παν στα δύσκολα πως ρώταγες για μένα τότε γέλασα πολύ κι η ψυχή μου το χάρηκε τους είπα να σε βρουν, όμως τα ίχνη σβησμένα κάποιος τους είπε πως ο αλήτης χάθηκε εγώ όμως ξέρω την επόμενη φορά όταν θα ψάξω από πάνω απ' τη σκηνή σε μια γωνιά, στη τελευταία τη σειρά πάω στοίχημα ξανά πως θα'σαι εκεί.

ΑΝΘΡΩΠΟΙ...


Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν ανάμεσα μας με καρδιά αγνότερη κι από έναν αθώο. Ζούνε για έναν σκοπό. Αυτόν που τραγουδάει η καρδιά τους. Να απλώνουν δίχως δεύτερη σκέψη το χέρι τους σε εκείνον που θα το έχει ανάγκη κι ας μη το ζητήσει ποτέ.
Αυτοί οι άνθρωποι έχουν ψυχή πιο καθαρή κι από τον μεγάλο ουρανό. Μοιάζουν άγγελοι μπροστά στον κόσμο που βιώνουμε σήμερα και για μένα αυτοί είναι. Τους βλέπω, τους αγγίζω και τους ξεχωρίζω. Ένα χαμόγελο ακόμη και μέσα στις μεγάλες δυσκολίες της ζωής τους ποτέ δεν θα το αρνηθούν. Και θα είναι χαμόγελο αληθινό σαν την καρδιά και την ψυχή τους.
Είναι όμως ευάλωτοι στο κακό και στο πονηρό. Είναι γνωστό πως ο νόμος των περισσοτέρων σε αυτόν τον κόσμο που ζούμε είναι κάτι περισσότερο από σκοτεινός. "Αυτό που δεν μπορείς να έχεις και το έχει κάποιος άλλος, φρόντισε να του το καταστρέψεις."
Επιβεβαιωμένο με τα πιο τρανταχτά παραδείγματα. Φοράνε την στολή ενός αγαθού καλόψυχου ανθρώπου που έχει μια σημαντική ανάγκη, μια επαφή με αυτούς τους ανθρώπους-αγγέλους... Κι όταν κρατήσουν το χέρι τους, είναι έτοιμοι να το ξεριζώσουν. Να μαυρίσουν τις καρδιές και τις ψυχές τους. Στην γνώση πάντα ότι δεν θα βρουν μεγάλη αντίσταση. Γιατί αν υποψιάζονταν κάτι τέτοιο θα έμεναν στην τρύπα τους. Τόσο δειλοί είναι και τόσο σκοτεινοί.
Αυτοί οι άνθρωποι-άγγελοι, είναι ένα δώρο πραγματικό για τον κόσμο μας. Είναι λίγοι και διάσπαρτοι και είναι εκείνοι και η ύπαρξη τους που κρατάνε αυτό τον κόσμο ακόμη όρθιο. Αλλιώς θα είχαμε χαθεί προ πολλού...
Υπάρχουν, όμως, και εκείνοι οι άνθρωποι που είναι μοναχικοί, περιπλανώμενοι και οδοιπόροι περίεργων δρόμων. Με μια ψυχή που είναι μονίμως βασανισμένη και που μια λύτρωση ψάχνει να βρεί διαρκώς. Με καρδιά σκεπασμένη από σκιά και ένα βλέμμα που θυμίζει σκοτεινό αλλά δεν είναι... Είναι ταγμένοι μέσα στην μυστικότητα να ψάχνουν να βρούν αυτούς τους ανθρώπους-αγγέλους για να τους προστατέψουν. Δεν ξέρουν αν το κάνουν γιατί δίπλα τους βρίσκουν το φώς που κάποτε έχασαν, δεν ξέρω από που πηγάζει αυτή η αγάπη που γεννάει η καρδιά τους για αυτούς τους ανθρώπους-αγγέλους. Ίσως γιατί είναι έκπτωτοι... γιατί μπορεί κάποτε να ζούσαν στο φώς ως άνθρωποι-άγγελοι. Δίπλα τους η γαλήνη τους σκεπάζει αλλά και το ένστικτο προστασίας τους κορυφώνεται στην ψυχή τους. Μέχρι να έρθει η ώρα τους να βρούν κι εκείνοι το φώς που κάποτε τους έλουζε. Ίσως και ποτέ.
Όπως ο σκοπός των ανθρώπων-αγγέλων είναι να αγγίζουν τις ψυχές που έχουν την ανάγκη τους, έτσι και ο σκοπός των άλλων... εκείνων των έκπτωτων, είναι να τους προστατεύουν και να τους προσέχουν με κάθε κόστος. Ακόμη και της ζωής τους.
Αν κάποιοι από εσάς νιώθετε έκπτωτοι και αναζητάτε το φώς... Αν κάποιοι από εσάς ανακαλύψουν κάποιον άνθρωπο-άγγελο...
Προστατέψτε τον με την ζωή σας. Αφήστε την αγάπη που θα νιώσετε να σας σκεπάσει.
Είστε οι Φύλακες τους...
Κι εκείνοι είναι οι τελυταίες ελπίδες ενός κόσμου που οδεύει στο κενό.
ΘΟΔΩΡΗΣ

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009

“Στον Αναγνώστη” Baudelaire


H βλακεία, το λάθος, η αμαρτία, η οκνηρότης Απασχολούν το πνεύμα μας και κατέχουν το σώμα μας. Και τροφοδοτούμε συνέχεια τις αγαπημένες μας τύψεις Όπως οι ζητιάνοι τρέφουν το σκουλίκι τους .Οι τύψεις μας είναι πείσμονες, οι μετάνοιες μας δειλές πληρώνουμε με κόπο τις υποσχέσεις χαρούμενα γυρίζουμε στο βρώμικο μονοπάτι πιστεύοντας πως θα ξεπλύνουμε με ψεύτικα δάκρυα όλες μας τις ανομίεςΣτο προσκέφαλο του κακού βρίσκεται ο Σατανάς ο Τρισμέγιστος που αποκοιμίζει γλυκά το παρασυρμένο μας πνεύμα και το πλούσιο μέταλο της θέλησης μας όλα αυτά διαποτισμένα από τούτον τον σοφό αλχημιστή .Ο Σατανάς οδηγεί τα νήματα που μας κινούν!Στα βδεληρά αντικείμενα βρίσκουμε όλες τις γεύσεις τις τρανές κάθε μέρα κατεβαίνουμε λίγο ακόμη προς την Κόλαση χωρίς αποστροφή, διασχίζοντας τα ζέοντα σκοτάδια.Όπως ο φτωχός αμαρτωλός που κάνει έρωτα και τρώει κλέβουμε στη διαδρομή μια κρυφή ευχαρίστηση που στίβουμε ως το τέλος, σαν παλιό πορτοκάλι .Σφιγμένο, σκουληκοειδές σαν ένα εκατομμύριο σκουληκοειδή .Στο μυαλό μας όπου τριγυρίζει ένας ολόκληρος κόσμος Δαιμόνωνκαι όταν αναπνέουμε ο θάνατος στα πνευμόνια μας κατέρχεται αόρατος ποταμός με υπόκωφες κραυγές .Αν η παραβίαση, το δηλητήριο, το στιλέτο, η πυρκαγιά δεν κέντησαν ακόμη με ευχάριστα σχέδια το ευτελες ύφασμα των αξιοθρήνητου πεπρωμένου μας είναι γιατί η ψυχή μας αλίμονο δεν είναι και τόσο τολμηρή.Αλλά στο μέσο των τσακαλιών, των πανθήρων, των λύκων Των πιθήκων, των σκορπιών, των οχιών, των φιδιών Των αναπηδόντων τεράτων φωνασκόντων, ουρλιαζόντων, ερπόντων .Στην άτιμη μηχανή των ζωών μας.Υπάρχει ακόμη ένα πιο άσχημο, πιο κακό, πιο καταστροφικό αν και δεν βγάζει ούτε μεγάλες χειρονομίες, ούτε κραυγές,θα 'κανε ευχαρίστως τη γη χίλια κομμάτια με μια χαψιά τον κόσμο θα καταβρόχθιζε.Είναι η Πλήξη! Το μάτι γεμάτο άθελα δάκρυα Ονειρεύεται ικριώματα καπνίζοντας την πίπα του .Το ξέρεις αναγνώστη αυτό το λεπταίσθητο τέρας-Υποκριτή αναγνώστη, - όμοιε μου και αδελφέ μου!

τωραααααααααααα............


Τώρα που στεγνώσανε τα δάκρυα στα μάτια μου....Τώρα που έμαθα μονάχη να περνώ τα βράδια μου....Τώρα που αγγίξανε άλλο κορμί τα χείλη σου....Πως θ'αγγίξουν το δικό μουΝτροπή...Να πας στου Θεού την ευχήΔεν θα κάνεις κομμάτια εσύ τη ψυχή μου...Δεν θα νιώσεις στα χείλη σου εσύ το φιλί μου...Δεν θα είσαι η όμορφη σκέψη στο νου μου...Θα'σαι πάντα βατράχι του παραμυθιού...Θα'σαι πάντα βατράχι του παραμυθιού...Τώρα που έντυσες το σώμα σου με ρούχα δανεικάτι τα θέλεις τα δικά μου αφού δεν σου 'ταν αρκετάΤώρα που γεύτηκαν άλλο φιλί τα χείλη σου Πως να πιουν απ' τα δικά μου Ντροπή...Να πας στου Θεού την ευχή..Δε θα κάνεις κομμάτια εσύ τη ψυχή μου...Δε θα νιώσεις στα χείλη σου εσύ το φιλί μου....Δε θα είσαι η όμορφη σκέψη στο νου μου...Θα 'σαι πάντα βατράχι του παραμυθιού...Θα 'σαι πάντα βατράχι του παραμυθιού...Σκέψου το λίγο είναι αμαρτία η ανασφάλεια και η φοβίαμε οδηγήσαν σε λάθος κρεβάτι...Είσαι στ' αλήθεια η μόνη μου αγάπη...Άσε τις μούφες, τις δικαιολογίες δεν έχει νόημα βάζω τελείεςΣε κάθε λέξη σου με τι ντροπή.. Σιωπή..Να πας στου Θεού την ευχή...Θα 'σαι πάντα βατράχι του παραμυθιού μου....
Πόσους βάτραχους θα πρέπει να φιλήσεις σήμερα για να βρείς τον μαγεμένο?

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

ΥΠΝΟΣ............


1. Πρόσωπα που κοιμήθηκαν για λίγο πλάι μας. Κι αποτραβήχτηκαν, έκτοτε, στο εσωτερικό του ύπνου μας.
2. Δωμάτια που κράτησαν στα κρεβάτια τους λίγες στιγμές γαλήνης. Ένα παραμύθι θυμάμαι έλεγες. Κι έκλεισα σιγά-σιγά τα μάτια. Έρχονταν κι έφευγε η φωνή σου καθώς αποκοιμιόμουν. Σαν κύμα. Από την πρώιμη ενηλικίωση στην παρατεταμένη παιδική ηλικία.
3. Στέκονταν από πάνω μου τα ελικόπτερα. Γύριζαν οι έλικες .Όλο στριφογύριζες μέσα μου. Πέταξαν το σκοινί. Και σε τράβηξαν αργά απ' τον ύπνο μου.
4. Είχε τόσον καιρό να δώσει σημεία ζωής. Και να, τώρα περπατούσαμε ξανά μαζί. Βήματα αργά, όπως παλιά. Της πιάνω το χέρι, δεν αντιδρά. Κάνω να τη φιλήσω, πλησιάζει κι εκείνη. Και τότε χτυπάει το τηλέφωνο. Σηκώνομαι βρίζοντας. Και ω του θαύματος ήταν η ίδια. Για να μην αφήσει, ούτε μια στιγμή, τον εαυτό της ελεύθερο κοντά μου.
5. Μέρα με την ημέρα η ζωή μου δεν ήταν παρά ένα σύνολο αδέξιων κινήσεων. Ήμουν λοιπόν αναγκασμένος, ανάμεσα στις τόσες μου επινοήσεις, να χαράζω και ένα σχέδιο πλεύσης για τον ύπνο. Πράγμα που αποτελούσε και τη μόνη εύστοχη ενέργειά μου. Ακολουθώντας το πιστά στο σκοτάδι σκόνταφτα κάθε φορά στο κρεβάτι της Σοφίας.
6. 'Όταν, επιτέλους, κατόρθωνα να κοιμηθώ, τότε άρχιζαν όλα να κρίνονται ερήμην μου. Ένας αόρατος κύκλος συναλλαγών σχηματιζόταν, στον αέρα, πάνω απ' το κρεβάτι μου .Δεν άκουγα τις φωνές. Μόνο οι αξίες καθώς υποχωρούσαν κατέληγαν, μέσα από μια καταπακτή, στο στομάχι μου.
7. Και τότε, μετά τόσα χρόνια, ήρθε, ξαφνικά και μ' αγκάλιασε η Μαρία. Και με έσφιξε τόσο που τα νεύρα μου έλιωσαν. Και δεν είχα, πλέον, θυμό. Θαρρούσα, καθώς δειλά την άγγιζα, ότι ζούσα σ' ένα όνειρο. Ώσπου χωρίς να το καταλάβω, κοιμόμουν ήδη δίπλα της τόσο βαθιά. Όταν ξύπνησα, ο πόλεμος είχε τελειώσει. Και η ανοικοδόμηση άρχιζε. Μόνο που η Μαρία είχε χαθεί από προσώπου γης. Γιατί πουθενά δε θα τη χωρούσε τόση ειρήνη.
8. Στριφογυρίζω συνεχώς στο κρεβάτι. Απ' τη μια το κενό. Απ' την άλλη το πρόσωπό σου. Άλλο κάθε φορά. Έτσι κι αλλιώς το πρωί δε θα υπάρχει τίποτε. Όνειρα που δε θα μπορούμε να θυμηθούμε. Κινείσαι στο δωμάτιο στις μύτες των ποδιών. Πριν φύγεις, συνδέεις στους δείκτες του ξυπνητηριού μια ωρολογιακή βόμβα.
9. Κι έλεγα πως, δε μπορεί, όλα αυτά θα οδηγούν κάπου. Και θα'ρθει με το ξύπνημα η λύτρωση, όπως στο τέλος ενός εφιάλτη. Και ίσως αξιωθούμε να ξυπνήσουμε μαζί ένα πρωί, κοιτάζοντας απ' το παράθυρο τη θάλασσα. Θα τα 'χει πάρει όλα από πάνω μας και θα αποτραβιέται τώρα στη γαλήνη. Έμενε μόνο να εντοπίσω τη δίοδο. Όπως μια λέξη, που μόλις αφαιρεθεί από το ποίημα, θα καταρρεύσουν μονομιάς, όλες σου οι αναστολές.
10. Και το πρωί, ξέβραζε η θάλασσα το κορμί της, γεμάτο μώλωπες και εκδορές. Σαν το ευαγγέλιο των δικαστηρίων. Φθαρμένο απ' τα τόσα αγγίγματα.
11. Τώρα θα βιάζεσαι να κοιμηθείς. Θα γυρνάς πλευρό ν' αφήσεις τη μέρα πίσω, με περιφρόνηση. Όπως τις παλιές στερήσεις.
12. Ονειρευόμουν έναν ύπνο άλλο.
πηγή

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2009

ο Σεπτέμβριος…

…εμπρός βήμα ταχύ,
να δούμε πως θα φύγουμε
από την πόλη αυτή…
Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας που δεν αντέχω την Θεσσαλονίκη με ΤΙΠΟΤΑ.
Ο Σεπτέμβρης είναι ο μήνας που όλοι έρχονται στην Θεσσαλονίκη (και οι κάτοικοι της θέλουν να φύγουν).
Έρχονται ας πούμε οι φοιτητές. Τόσο αυτοί που είχαν φύγει για διακοπές όσο και (το χειρότερο) οι νέοι.
Σε μία πόλη που πάνω από το 10% των κατοίκων της είναι φοιτητές (το 50% της νεολαίας της δηλ) αυτό είναι ένα σημαντικό γεγονός. Πέραν του αισθητικού προβλήματος που δημιουργούν (πόσα μαύρα σταράκια, μπλουζάκια Doors [θού Κύριε], ταγάρια, και μαλλί Curt Cobain να αντέξει ο άνθρωπος; ) μέσα σε λίγες μέρες οι τιμές των ενοικίων ειδικά στο κέντρο διπλασιάζονται, στο δε ΙΚΕΑ μένουν μόνο άδεια ράφια.
Έρχεται επίσης η Έκθεση, πράγμα που σημαίνει ότι
έρχονται οι πολιτικοί, να πούν τις παπαριές τους, να κάνουν δημόσιες σχέσεις (κάτσε να φας στο Μοδιάνο ας πούμε και θα σου κάνουν χειραψία καμιά 10 πολιτικοί και πολιτευτές, φωνάζοντας δυνατά το όνομα τους) και να ζήσουν την “Μαγευτική Νύχτα της Ερωτικής Πόλης” (= να παν σε κανά σκυλάδικο)
έρχονται οι επαναστάτες, οι συνδικαλιστές και ο κάθε καημένος που θέλει να διαδηλώσει,
έρχονται οι αστυνομικοί, για δέκα μέρες η πόλη είναι War Zone,
έρχονται οι χωρικοί, για να δουν την Έκθεση και να το συνδυάσουν και με κανένα ματσάκι του ΠΑΟΚ, γενικά συμβαίνει, αλλά ειδικά την περίοδο της ΔΕΘ, ο τύπος αυτοκινήτου στην πόλη και κυρίως στην Τούμπα είναι ημιφορτηγό.
Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα να χρειάζεσαι για μιά απόσταση 20 λεπτών γύρω στην μιάμιση ώρα. ‘Όποιος εξασφαλίζει θέση πάρκινγκ χαίρεται πιό πολύ και από το να κέρδιζε το ΛΟΤΤΟ, όποιος έχει τραπεζάκι σε μαγαζί στην παραλία έχει βγάλει γκόμενα και όποιος καταφέρει να βρεί μερίδα φαγητού σε ταβέρνα ή ουζερί μπαίνει στην ελίτ των προνομιούχων της πόλης.